
ΕΝ ΠΤΗΣΕΙ
.
Η κάθε είδους ταχύτητα,
.
από τη μια στην όχθη της φθοράς
.
κι από την άλλη στην όχθη της μαγείας.
.
Έχοντας λοιπόν στα φτερά σου
.
καρφωμένη την ταχύτητα,
.
φθάνεις στο τέλος του ορίζοντα
.
και μ' ιδρωμένη την ψυχή κάθε φορά
.
διαπιστώνεις πως ο ορίζοντας,
.
πάλι είχε ξεφύγει.
.
Αποθέτεις λοιπόν το παράπονο
.
στο πρώτο σύννεφο,
.
θωρείς από ψηλά τον κόσμο τούτο
.
και βλέπεις τους πολλούς
.
να τρέχουν γύρω-γύρω.
.
Το δεύτερο σύννεφο σου το ψιθυρίζει:
.
Δεν διανύουν, μα διανύονται.
.
Όλοι τρέχουν ασταμάτητα
.
μέσα σε μιαν αρρένα
.
που 'χει κλειστές τις πύλες.
.
Η ταχύτητά τους ρυθμισμένη
.
πάνω στην όχθη της φθοράς
.
και στις κερκίδες οι ελάχιστοι
.
να εισπράττουν την υπερπαραγωγή
.
της ταχυβολικής μονοτονίας.
.
Εγώ,
.
έχω φύγει και πολύν καιρό.
.
Ψηλά σ' ένα λημέρι σκαλωμένος,
.
με τα μάτια δικά μου
.
με νερό και ψωμί.
.
Κατεβαίνω
.
αργά
.
μα σταθερά
.
μέσα στα γκρέμνα του μυαλού μου.
Το ζωγραφικό έργο είναι της Όπυς Ζούνη