Μαρίας
Πολυδούρη -από τα ανέκδοτά της.
ΤΟΥ ΚΑΡΥΩΤΑΚΗ
«Οἱ νέοι ποὺ φτάσανε μαζὶ στὸ ἔρμο νησί» μὲ σένα
κάποια βραδιὰ μετρήθηκαν κ᾿ ηὖραν ἐσὺ νὰ λείπης.
Τὰ μάτια τους
κοιτάχτηκαν τότε, χωρὶς κανένα
ρώτημα, μόνο ἐκίνησαν τὶς κεφαλὲς τῆς λύπης.
Νύχτες πολλές, θυμήθηκαν, ἀπὸ τὴ μόνωσή σου
ἕνα σημεῖο ἀπὸ φωτιὰ τοὺς ἔστελνες,
γνωρίζαν
τὸ θλιβερὸ χαιρέτισμα ποὺ φώταε τῆς ἀβύσσου
τοὺς δρόμους κι᾿ ὅλοι ἀπόμεναν στὸν τόπο τους ποὺ ὁρίζαν.
Ἀπόμεναν στὴν ἴδια τους
πικρία, κρεμασμένοι
ἔτσι μοιραῖα καὶ θλιβερὰ στὸ «βράχο» τοῦ κινδύνου.
Κι᾿ ὅταν πιὰ τοὺς χαιρέτισες, οἱ αἰώνια ἀπελπισμένοι
ψάλαν μαζὶ κάποια στροφὴ καθιερωμένου
θρήνου.
Μὰ φτάνουν πάντα
στὸ «νησί» τὰ νέα παιδιὰ ὁλοένα.
Στὴν ἄδεια θέση σου
ζητοῦν τῆς ζωῆς τὸ ἐλεγεῖο.
Σοῦ φέρνουνε στὰ μάτια τους δυὸ δάκρυα παρθένα
καὶ τῆς καινούριας
σου Ἐποχῆς τὸ πλαστικὸ ἐκμαγεῖο.
Αφού διάβασα
αυτό σου το ποίημα Μαρία, παρακολουθούσα τις πτυχώσεις τις θάλασσας που έρχονταν
προς το μέρος μου και γίνονταν φλοίσβος….Μια ρέμβη πλεγμένη με τη θλίψη, με το
τετελεσμένο που ακόμα δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό… Αναρωτήθηκα Μαρία, πως ήταν
δυνατόν μια αγάπη σαν τη δική σου δυνατή σαν το θαύμα , δεν ήταν αρκετή να
ανακόψει μιαν αυτοχειρία και να δώσει διέξοδο στο περιβόλι των αισθημάτων;; Δεν
ζητούσα απάντηση και λογικές εξηγήσεις, ούτε από μένα τον ίδιο…Μου έφτανε το
μυστήριο μιας απορίας που δεν θα απαντηθεί
ποτέ…Ο λόγος που διαβάζω ποιήματά σου δεν είναι ότι είσαι κάποια σπουδαία ποιήτρια. Άλλωστε πιστεύω πως αν δεν
αγαπούσες τόσο, δεν θα έγραφες ποιήματα..Ο λόγος που σε θυμάμαι και σε παίρνω
στην αγκαλιά της μνήμης μου είναι πως υπήρξες σπουδαία γυναίκα. Σε μια εποχή,
ηλίθια σκληρή για τις γυναίκες, υπήρξες ένας καινούριος κόσμος μόνη σου. Κι η
μοίρα σου: Να λιώνεις στο νοσοκομείο από φυματίωση κουβαλώντας ταυτόχρονα τον
πόνο ενός άτυχου έρωτα.
Μακάρι Μαρία
να υπάρχει κι άλλη ζωή, μακάρι τότε να ξανάρθεις, για να σου δώσει η ζωή μετανιωμένη
όσα δεν σούδωσε κι όσα σου πήρε.
Ο φλοίσβος,
έγινε πια άγριο κύμα. Σε φιλώ Μαρία.
Φαίδων Θεοφίλου
|